Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Schriftlicher Ausdruck, Übungen

„Ωραία! Τότε θα μείνω για πάντα στο περπάτημα, έτσι που δεν μπορώ να κινδυνέψω, επειδή ο πατέρας μου, τώρα του ήρθε, ότι θα ήταν καλό να αρχίσω να πετάω! Αν είναι τόσο σημαντικό, γιατί δεν ήρθες πιο νωρίς με αυτή τήν συμβουλή;“, ρώτησε φωναχτά ο γιος. 


„Επειδή ήσουνα ακόμα πολύ μικρός για να πετάς. Ο ίδιος είδες ότι πρέπει να κινδυνεύεις ή να θέσεις τον εαυτό σου σε κίνδινο για να μπορέσεις να το μάθεις. Αλλά, έτσι κι αλλιώς, βλέπεις τα φτερά σου μόνο για στολίδι. Είναι δικό σου θέμα αν θέλεις να πετάξεις ή όχι. Μόνο είναι κρίμα να παραμείνεις στο περπάτημα. Όπως σου έχω ξαναπεί, δεν γεννιούνται πολλοί με φτερά και εσύ ήσουνα τόσο τυχερός να σου δώσει ο θεός φτερά. Διάλεξε όμως εσύ τι θέλεις να κάνεις“, είπε ο πατέρας και έκανε να φύγει. 


Ο γιός του του απάντησε προτού φύγει: „Σωστά! Είναι δικό μου θέμα τι θα κάνω... Το ξέρεις που όλοι σε λένε γιαυτό το πράγμα τρελό; Να που το έμαθες.“ Ο πατέρας χαμογέλασε και έφυγε. 


Ο γιός του έμεινε μόνος με τον θυμό του. Ήταν θυμωμένος επειδή είχε ακούσει τον πατέρα του και χτύπησε στην προσπάθεια να πετάξει. Αλλά ήταν και  θυμωμένος γιατί πίστευε ότι ο πατέρας του είχε κατά κάποιο τρόπο δίκιο. Είχε δίκιο ότι δεν υπήρχαν πολλοί άνθρωποι με φτερά που είχαν την ευκαιρία να μάθουν να πετάνε. Σε αυτό συμφωνούσε ο γιός του. Αλλά τόσα χρόνια δεν είχε χρησιμοποιήσει τα φτερά του. Πώς να μάθαινε τώρα να πετάει και γιατί να αρχίσει να ριψοκινδυνεύει; Κι αν πάθαινε κάτι; Και πώς θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του τόσο σίγουρος ότι δεν θα πάθαινε τίποτα αν θα πηδούσε από τον γκρεμό; Με αυτές τις σκέψεις θύμωσε πολύ ο γιός και πήγε λίγο βόλτα για να του περάσει.

Περπατούσε κιόλας πολύ ώρα όταν έφτασε κάπου μακριά από το χωριό του. Δεν ήξερε που ήταν. Ξαφνικά είδε έναν κύριο να κάθεται μπροστά του κάτω στο έδαφος. Το παιδί τον ρώταει: „Κύριε είστε καλά;“ „Βεβαίως παιδί μου“, του είπε χαμογελαστά ο κύριος. „Μα γιατί καθόσαστε στη μέση του δρόμου;“ ρωτάει το παιδί. „Επειδή κουράστηκα να περπατάω και από πάνω μου έσπασε και το μπαστούνι μου, έτσι είναι δύσκολο να προχωρήσω. Αλλά υπάρχει ακόμα μια δύσκολία, πρέπει να περάσω μια γέφυρα που έσπασε και το κενό ανάμεσα στον έναν γκρεμό και στον άλλον είναι πολύ μεγάλο. Φαίνεται ότι δεν θα μπορέσω πιά να πάω πίσω σπίτι μου.“ 


Τότε το παιδί λυπήθηκε τον κύριο και του είπε: „Κοιτάξτε κύριε, έχω φτερά. Μπορώ να σας πάω στην άλλη πλευρά.“ Ο κύριος τότε πρόσεξε τα φτερά και τον κοίταξε με μεγάλα μάτια. „Και μπορείς να πετάς;“ ρώτησε ο κύριος. „Ναι, φυσικά. Δηλαδή το νομίζω. Δηλαδή ο πατέρας μου είναι σίγουρος ότι το μπορώ“, είπε το παιδί. Όταν ο κύριος τον κοίταξε λίγο φοβισμένος, συμπλήρωσε το παιδί. „Κοιτάξτε. Θα κάνω πρώτα μια δοκιμή προτού σας πάρω για να περάσουμε τον γρεμό. Εντάξει;“ „Εντάξει παιδί μου. Μόνο μην πάθεις τίποτα! “, είπε πιο φοβισμένος ο κύριος. 


Το παιδί πλησίασε τον γρεμό και μάζεψε όλο το θάρρος του και πήδησε. Είχε κλείσει τα μάτια του, αλλά δεν αισθανόταν σαν να έπεφτε. Πιο πολύ ένοιωθε να πετάει. ΤΙ! ΝΑ ΠΕΤΆΕΙ! ΑΥΤΌΣ! Τότε άνοιξε γρήγορα τα μάτια του και είδε ότι πετούσε. Τι ωραία που είναι να πετάς, σκέφτηκε το παιδί. Όταν γύρισε στο σημείο που ήταν πριν ο κύριος, δεν τον βρήκε εκεί. Παραξενεύτηκε και πήγε σπίτι του, γιατί δεν τον βρήκε πουθενά. Όταν έφτασε, ζήτησε από τόν πατέρα του να πάνε μαζί στον γκρεμό. „Κοίταξε τώρα πολύ καλά τι θέλω να σου δείξω“, είπε ο γιός και πήδηξε από τον γκρεμό, άνοιξε τα φτερά του και πέταξε.  „Το ήξερα ότι το μπορείς“, του φώναξε ο πατέρας του και χαιρότανε για τον γιό του και τότε πρόσεξε ο γιός τον κύριο που είχε δει πριν να στέκεται δίπλα στον πατέρα του.  


„Ποιός είναι αυτός;“, φώναξε το παιδί όταν ήρθε πιο κοντά. „Ο θείος σου. Ήρθε να μας επισκεφτεί“, απάντησε ο πατέρας. Ο θείος του τον χαιρέτησε και του έκλεισε το μάτι. Τότε γέλασαν και οι δύο τους, μόνο ο πατέρας δεν κατάλαβε τι γινότανε, αλλά γέλασε και αυτός επειδή το παιδί του ήταν πάλι χαρούμενο! 

Fotini Mastoraki

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου