Redewendungen mit dem Wort -Fuß
Εκφράσεις
- Είναι με το ένα πόδι στον τάφο, κι όμως δεν σταματάει να δουλεύει!
- Κάτσε να σε δούμε και λίγο, όλο στο πόδι είσαι!
- με τα πόδια : περπατώντας
- Πήγε στο σταθμό με τα πόδια
- (μένω) στο πόδι : μένω όρθιος επειδή δεν έχω χρόνο (επειδή με χρειάζονται κάθε τόσο)
- Ολόκληρη τη βραδιά την πέρασε στο πόδι.
- Μόλις τον είδε, του κόπηκαν τα πόδια.
- (μπερδεύομαι) στα πόδια (κάποιου) : είμαι διαρκώς κοντά σε κάποιον
- Πήγαινε να παίξεις αντί να είσαι διαρκώς στα πόδια μου!
- Άντε πάλι, ο γιος του πήρε πόδι κι από την καινούργια του δουλειά!
- (πατάω/περπατάω) στις μύτες των ποδιών μου (ή στα νύχια μου : περπατώ προσπαθώντας να κάνω όσο το δυνατό λιγότερο θόρυβο
- Μπήκε στο δωμάτιό τους στις μύτες των ποδιών του για να μην τους ξυπνήσει.
- Πάτα πόδι, μην τον αφήνεις να κάνει ό,τι θέλει!
- Έπεσε στα πόδια του και τον παρακάλεσε να βρει μια θέση στο γιο του.
- σέρνω τα πόδια μου : περπατώ αργά επειδή είμαι πολύ κουρασμένος
- Έσερνε τα πόδια του, ήταν ψόφιος απ'την κούραση!
- το βάζω στα πόδια : φεύγω τρέχοντας επειδή φοβάμαι
- Μόλις τον είδε, το έβαλε στα πόδια.
- του έχει βάλει τα δυο πόδια σ'ένα παπούτσι : τον διευθύνει, έχει απόλυτη εξουσία πάνω του
- Η γυναίκα του τούχει βάλει τα δυο πόδια σ'ένα παπούτσι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου