Όταν μεγάλωσε ο πατέρας του του είπε:
« Παιδί μου, δε γεννιόμαστε όλοι με φτερά. Μπορεί να μην είσαι υποχρωμένος να πετάξεις, νομίζω όμως ότι είναι κρίμα να μείνεις μόνο στο περπάτημα αφού έχεις τα φτερά που ο καλός Θεός σου έδωσε.»
«Μα δεν ξέρω να πετάω» απάντησε ο γιος.
«Σωστά…» είπε ο πατέρας. Και περπατώντας, τον πήγε ως το χείλος του γκρεμού, στο βουνό.
«Βλέπεις γιε μου; Το κενό. Όταν θελήσεις να πετάξεις, θα έρθεις εδώ θα πάρεις βαθιά ανάσα, θα πηδήξεις στην άβυσσο και απλώνοντας τα φτερά σου θα πετάξεις».
Ο γιος αμφέβαλλε.
«Κι αν πέσω;»
«Ακόμα κι αν πέσεις, δε θα σκοτωθείς. Οι λίγες γρατζουνιές θα σε κάνουν πιο δυνατό στην επόμενη προσπάθεια» απάντησε ο πατέρας.
Το παιδί γύρισε στο χωριό να δει τους φίλους του, τις παρέες του, όλους εκείνους που είχε συντρόφους στην πορεία της ζωής του. Οι πιο στενόμυαλοι του είπαν:
«Είσαι τρελός; Για ποιο λόγο; Ο πατέρας σου είναι μισότρελος…Για ποιο λόγο να πετάξεις; Τι σου χρειάζεται; Γιατί δεν αφήνεις τις ανοησίες; Τι νόημα έχεις να πετάξεις;»
Οι καλύτεροι φίλοι του τον συμβούλεψαν:
«Κι αν είναι αλήθεια; Μα σίγουρα δεν είναι επικίνδυνο; Γιατί δεν αρχίζεις σιγά-σιγά; Δοκίμασε να πηδήξεις από μια σκάλα ή από την κορυφή ενός δέντρου. Αλλά από τον γκρεμό, βρε παιδί μου;…»
Ο νεαρός άκουσε τις συμβουλές όσων τον αγαπούσαν. Ανέβηκε στην κορυφή του δέντρου και, με όλο του το θάρρος, πήδηξε. Άνοιξε τα φτερά του, τα κούνησε στον αέρα με όλη του τη δύναμη αλλά, δυστυχώς, έπεσε στο έδαφος.
Μ’ένα καρούμπαλο στο κεφάλι συνάντησε τον πατέρα του.
«Μου είπες ψέμματα! Δεν μπορώ να πετάξω. Το δοκίμασα και κοίτα πως χτύπησα! Δεν είμαι σαν κι εσένα. Τα φτερά μου είναι μόνο για στολίδι.»
«Παιδί μου» είπε ο πατέρας, «για να πετάξεις, πρέπει να έχεις τον απαραίτητο ελεύθερο χώρο στον αέρα, ώστε τα φτερά σου να ξεδιπλωθούν. Είναι σαν να πέφτεις με αλεξίπτωτο: χρειάζεσαι κάποιο ελάχιστο ύψος για να πηδήξεις.
Για να πετάξεις πρέπει να αρχίσεις να ριψοκινδυνεύεις.
Αν δε θέλεις να το κάνεις, καλύτερα να συμβιβαστείς και να μείνεις για πάντα στο περπάτημα.»
Λεξιλόγιο
κρίμα (επίρ.) = Schade
χείλος, το = (hier) Kante
γκρεμός, ο = Steilhang
άβυσσος, η = Abyssus
σύντροφος, ο = Kommilitone
γραντζουνιά, η = Kratzer
μισότρελος-η-ο = (umgangsprachlich) halbverrückt
στενόμυαλος-η-ο = engstirnig
καρούμπαλο, το = Beule
στολίδι, το = Schmuck
αλεξίπτωτο, το = Fallschirm
ελάχιστος -η-ο = mindest
ριψοκινδυνεύω = riskieren
συμβιβάζομαι = ausgleichen
Είσαι πουλί και θέλεις να πετάξεις
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι όλο τον ορίζοντα κοιτάς
στην άκρη του γκρεμού αν δεν κοιτάξεις
ποτέ σου δε θα μάθεις να πετάς.
Σφίγγεις τα χείλη και φορτώνεις σ' ένα κάρο
στάχυα τα όνειρά σου σε παλάτια
τη νιότη σκιάχτρο αφήνεις πίσω για το χάρο
και ξεκινάς γι' ανεύρετα παλάτια.
Η φυγή, Χαϊνηδες, από το δίσκο Ο γητευτής και το Δρακοδόντι.
Πώς να πετάξεις στα ψηλά / έχεις τα χέρια σου φτωχά
ΑπάντησηΔιαγραφήκι εδώ χρειάζονται φτερά / τη μοίρα σου ν’ αλλάξεις.
* * * * *
Μα τα φτερά μας βγαίνουνε / την ώρα που πεθαίνουμε,
στου κάτω κόσμου τα βαθιά / τι να τα κάνεις τα φτερά.
* * * * *
Αν γεννηθείς στα χαμηλά / θα πέσεις πάνω στα βουνά
και δεν υπάρχουν πουθενά / φτερά για να πετάξεις.
* * * * *
Ενός αγγέλου τα φτερά / (να ’χα μονάχα μια βραδιά) να ’χα μονάχα μια φορά
να ’φερνα γύρα(βόλτα) το ντουνιά(να πάω να βρω την απονιά)
τα μάτια μου πριν κλείσω(και να την γονατίσω)
* * * * *
Ενός αγγέλου τα φτερά / να ’χα μονάχα μια φορά
για να πετάξω μια βραδιά / τον κόσμο να γυρίσω (να ‘πα να ρίξω μια ματιά)
* * * * *
Θέλω να δω τη διαφορά / μ’ ενός αγγέλου τα φτερά
να ’χω τον κόσμο ζωγραφιά / τα μάτια μου πριν κλείσω.
Τα φτερά (β’ παραλλαγή)
Πώς να πετάξεις(ω) στα ψηλά / έχεις τα χέρια σ(μ)ου φτωχά
κι εδώ χρειάζονται φτερά / τη μοίρα σ(μ)ου ν’ αλλάξεις(ω).
* * * * *
Μα τα φτερά μας βγαίνουνε / την ώρα που πεθαίνουμε
στου κάτω κόσμου τα βαθιά / τι να τα κάνεις(ω) τα φτερά.
* * * * *
Πώς να σε πάρω αγκαλιά / που ’χω στα χέρια μου καρφιά(έχω τα χέρια στα καρφιά)
και συ ζητάς να βρω φτερά(πώς να στα δώσω γι’ αγκαλιά) / ψηλά να σ’ ανεβάσω.
* * * * *
Με τους αγγέλους διαφορά / έχουμε μόνο δυο φτερά
αυτά μας λείπουν μοναχά / γι’ αυτό δεν ανεβαίνουνε.
* * * * *
Πώς να σε πάρω αγκαλιά / που ’χω στα χέρια μου καρφιά
και ζητάς να ’χω φτερά / ψηλά να σ’ ανεβάσω.
* * * * *
Ενός αγγέλου τα φτερά / να ’χα μονάχα μια φορά
να ‘φερνα βόλτα το ντουνιά / τα μάτια μου πριν κλείσω.
* * * * *
Εσύ κι εγώ στα χαμηλά / πέφτουμε πάνω σε βουνά
και δεν υπάρχουν πουθενά / φτερά για να πετάξεις
Τα φτερά (γ’ παραλλαγή)
Πώς να πετάξεις στα ψηλά / έχεις δυο χέρια μοναχά(έχεις τα χέρια σου φτωχά)
κι εδώ χρειάζονται φτερά τη μοίρα σου ν’ αλλάξεις
* * * * *
Μα τα φτερά δε βγαίνουνε / παρά μονάχα τη στιγμή(παρά την ώρα τη στερνή)
που εμείς(την ώρα που) πεθαίνουμε
στου κάτω κόσμου τα νερά / τι να τα κάνεις τα φτερά.
* * * * *
Πώς να σε πάρω αγκαλιά(απ’ τη φωτιά) / έχω στα χέρια μου καρφιά
* * * * *
Για να σ’ αρπάξω απ’ τη φωτιά / εδώ χρειάζονται φτερά
κι έχω στα χέρια μου καρφιά
* * * * *
Πώς να σ’ αρπάξω απ’ τη φωτιά
έχω στα χέρια μου καρφιά
κι εδώ χρειάζονται φτερά
* * * * *
Πώς να σε πάρω αγκαλιά / που ’χω στα χέρια μου καρφιά
και συ ζητάς φτερά / ψηλά να σ’ ανεβάσω.
* * * * *
Άμα δεν έχεις τα φτερά
δύο … ανάσα μοναχά
κάνεις δυο βόλτες μοναχά
* * * * *
Πώς να την ψάξεις τη χαρά / γεννήθηκες στη συμφορά
άμα δεν έχεις τα φτερά / να βγεις και να τα ψάξεις
* * * * *
Πώς να κρατήσεις διαφορά / να μην σε πιάσει η συμφορά
άμα δεν έχεις τα φτερά / τώρα που … ν’ υπάρχεις
Κώστας Κινδύνης